Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2015

PHANTOM LADY (Η γυναίκα φάντασμα)

1944  ΗΠΑ
Είδος  Θρίλλερ μυστηρίου

Σκηνοθεσία           Ρόμπερτ Σιόντμακ (1900-1973)
Σενάριο                 Μπέρναρντ Σόνφιλντ (Από το ομότιτλο μυθιστόρημα του Κορνέλ Γούλριτς του 1942 που το έγραψε με το ψευδώνυμο Γουίλιαμ Άϊρις)

Παίζουν                 Φράνσο Τον, Έλα Ρέινς, Άλαν Κέρτις, Τόμας Γκόμεζ, Ελάιζα Κουκ Τζούνιορ

Υπόθεση                 Η γραμματέας ενός μηχανικού για να βοηθήσει τον εργοδότη της που κατηγορείται για φόνο, αναζητά μία μυστηριώδη γυναίκα η οποία είναι το μοναδικό πρόσωπο που μπορεί να του προσφέρει άλλοθι.

Η τέχνη της αποπλάνησης
Ο μηχανικός Σκοτ Χέντερσον μετά από καυγά με τη γυναίκα του καταφεύγει σε ένα παρακμιακό μπαράκι για να πνίξει τον πόνο του στο ποτό. Εκεί συναντά μιά επίσης πονεμένη όμορφη γυναίκα και οι δυό τους χωρίς καν να ανταλλάξουν ονόματα, περνούν το βράδυ τους στο θέατρο. Όταν αργότερα ο Σκοτ θα την χρειαστεί για να αποδείξει την αθωότητά του, η άγνωστη γυναίκα είναι εξαφανισμένη σαν να μην υπήρξε ποτέ. Ο μηχανικός είναι καταδικασμένος αλλά η γραμματέας του, που τον αγαπά μυστικά, κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να εντοπίσει την μυστηριώδη εκείνη γυναίκα και να γλιτώσει τον αγαπημένο της.
Η ιστορία του άδικα κατηγορούμενου ανθρώπου, τυπική στις Χολιγουντιανές ταινίες της εποχής, είναι η βάση αυτής της απλοϊκής ιστορίας. Και σε συνδυασμό με το αδύναμο σενάριο και το χαμηλού προφίλ καστ, αυτή η ταινία θα ήταν μιά από τις πολλές μετριότητες του Χόλιγουντ. Ο κυνηγημένος από τους Ναζί, Γερμανός σκηνοθέτης Ρόμπερτ Σιόντμακ όμως που ανέλαβε να την σκηνοθετήσει, έδωσε στην κυριολεξία τον καλύτερο εαυτό του και κατάφερε να φτιάξει ένα από τα πιό καλοσκηνοθετημένα θρίλλερ που έχω δει.
Το νουαρίστικο στυλ, τα δραματικά κοντινά του πλάνα, οι γεμάτες ένταση λοξές ματιές του, τα μαγευτικά μακρυνά στους νυχτερινούς δρόμους, η πανέμορφη φωτογραφία και οι ερμηνείες-έκπληξη συνθέτουν ένα θέαμα χάρμα οφθαλμών.

Η σεκάνς της αποπλάνησης του τζαζίστα ντράμερ, μέσα στο υπόγειο που μαζεύονται οι μουσικοί για να τζαμάρουν, είναι χωρίς υπερβολή μία από τις πιό πρωτότυπες και καλοστημένες σκηνές του κινηματογράφου. Η πανέμορφη Έλα Ρέινς και ο εξαιρετικός καρατερίστας Ελάισα Κουκ Τζούνιορ, δίνουν ρεσιτάλ μίμησης της σεξουαλικής πράξης με τα βλέμματα και τα κορμιά τους.



Η βαθμολογία μου: 10/10

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

ISLE OF THE DEAD (Το νησί του βρυκόλακα)

1945  ΗΠΑ
Είδος  Τρόμου

Σκηνοθεσία          Μαρκ Ρόμπσον (1913-1978)
Σενάριο                Άρντελ Ράι

Παίζουν               Μπορίς Καρλόφ, Έλεν Ντρου

Υπόθεση               Στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, ο σκληρός Έλληνας στρατηγός Φερίδης (ο επονομαζόμενος και "μαντρόσκυλο"), ακολουθούμενος από έναν Αμερικανό πολεμικό ανταποκριτή, επισκέπτεται τον τάφο της γυναίκας του που βρίσκεται σε ένα νησάκι-νεκροταφείο.

Βορβόλακα, Βορβόλακα.....
Φτάνοντας στο νεκροταφείο, ο στρατηγός ανακαλύπτει με φρίκη οτι όλοι οι τάφοι έχουν συληθεί και οι νεκροί λείπουν. Αναζητώντας μιά απάντηση για το έγκλημα, συναντά τους ελάχιστους κατοίκους του νησιού, διαπιστώνει οτι έχουν χτυπηθεί από την πανούκλα και μπαίνει μαζί τους σε καραντίνα για να μην μεταδοθεί η ασθένεια στα στρατεύματα που έχουν καταλύσει εκεί κοντά. Η αρρώστια και ο εγκλωβισμός όμως, δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα της ετερόκλητης ομάδας. Μιά ντόπια ηλικιωμένη γυναίκα ισχυρίζεται οτι ανάμεσά τους βρίσκεται ένα υποχθόνιο πλάσμα, ένας ζωντανός νεκρός που τρέφεται με αίμα. Είναι ο Βορβόλακας, ο Ελληνικός αντίστοιχος Βρυκόλακας της Σλάβικης μυθολογίας.
Aυτό το μακάβριο παραμύθι που διαδραματίζεται στην είσοδο του Άδη τα μαύρα χρόνια του πολέμου, συνδυάζει την αρχαία Ελληνική μυθολογία με τις μετέπειτα δεισιδαιμονίες τις σχετιζόμενες με το τέλος της ζωής, αλλά και με τα ακόμη χειρότερα ενδεχόμενα επακόλουθά του.

Στα τέλη του 19ου αιώνα ο Ελβετός ζωγράφος Άρνολντ Μπόκλιν δημιούργησε το "νησί των νεκρών", έναν πίνακα ιδιαίτερα δημοφιλή στην εποχή του, ο οποίος ενέπνευσε τον Ρώσο μουσουργό Σεργκέι Ραχμάνινοφ να συνθέσει το ομότιτλο συμφωνικό του έργο του 1908, που αποτελεί και την μουσική επένδυση της ταινίας. Στον πίνακα, απεικονίζεται το πέρασμα του ποταμού Στύγα ή Αχέροντα προς τον Άδη. Η είσοδος προς τον κόσμο των νεκρών, είναι ένα περιτριγυρισμένο από μαύρα νερά απόκοσμο βραχώδες νησάκι με ψηλά κυπαρίσσια, στη μέση του οποίου ένα φυσικό λιμανάκι σαν αγκαλιά περιμένει το βαρκάκι που μεταφέρει τον λευκοντυμένο νεκρό, μαζί με το φέρετρό του, στον άλλο κόσμο.
Αυτόν τον πίνακα  χρησιμοποιεί σαν σκηνικό ο Καναδός σκηνοθέτης Μαρκ Ρόμπσον, για την ανατριχιαστική κλειστοφοβική ταινία του την οποία ο Μάρτιν Σκορτσέζε κατατάσσει στο νούμερο 2 της λίστας του με τις 11 πιό αγαπημένες του ταινίες τρόμου.
Δεν συμφωνώ με την τόσο υψηλή κατάταξη, αλλά σίγουρα το νησί των νεκρών είναι μιά συμπαθέστατη ατμοσφαιρική παλιά ταινία χαμηλού προϋπολογισμού που οι λάτρεις του είδους θα την δουν πολύ ευχάριστα.

Θα βρείτε τον Ελληνικό υπότιτλο σε δική μου μετάφραση ΕΔΩ

Η βαθμολογία μου : 8/10

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2015

3-IRON (Ολομόναχοι μαζί)

2004  Κορέα
Είδος  Ρομαντικό Δράμα
Πρωτότυπος τίτλος : Bin-jip (Άδειο σπίτι)

Σκηνοθεσία           Κιμ Κι-ντουκ
Σενάριο                 Κιμ Κι-ντουκ

Παίζουν                 Τζάε Χι, Λι Σεούνγκ-γεόν

Υπόθεση                 Ένας νεαρός άστεγος μπαίνει σε σπίτια που οι ιδιοκτήτες τους λείπουν διακοπές και μένει σαν να είναι το σπίτι δικό του.


Ο νεαρός Τάε-σουκ, ζει περιπλανώμενος, δεν έχει στέγη, δεν κουβαλάει παρά μόνο τα ρούχα που φοράει, ένα μπαστούνι του γκολφ, ένα μπαλάκι και την μοτοσυκλέτα του. Μοιράζει φυλλάδια από πόρτα σε πόρτα και εάν οι ιδιοκτήτες δεν τα μαζέψουν καταλαβαίνει οτι λείπουν, μπαίνει μέσα, κάνει το μπάνιο του, πλένει τα ρούχα του, μαγειρεύει, τους φτιάχνει και ό,τι έχουν χαλασμένο και φεύγει για το επόμενο σπίτι. Είναι ένας μοναχικός άνθρωπος που επέλεξε να ζει στον δικό του κόσμο, με τους δικούς του κανόνες. Δεν πειράζει κανέναν, δεν ενοχλεί κανέναν, δεν μιλάει σε κανέναν, είναι αόρατος. Η ζωή του θα πάρει άλλη τροπή, όταν σε μία από τις διαρρήξεις του, γνωρίζει την κακοποιημένη νοικοκυρά Σουν-χουά και μεταξύ τους αναπτύσσεται μιά τρυφερή ερωτική σχέση που θα τους ανοίξει νέους ορίζοντες αλλά και θα τους βάλει σε μεγάλες περιπέτειες.
Ο ιδιαίτερος σκηνοθέτης Κιμ Κι-ντουκ, εμπνεύστηκε το σενάριο βλέποντας τα διαφημιστικά φυλλάδια κρεμασμένα έξω από τις πόρτες και με τη δημιουργική ματιά του, έχτισε αυτό το πρωτότυπο, τρυφερό, και ρομαντικά σιωπηλό ειδύλλιο που καταφέρνει να επιβιώσει παρά τις αντιξοότητες.
Οι νεαροί πρωταγωνιστές δεν μιλάνε καθόλου. Επικοινωνούν περίφημα με τα βλέμματα και τα σώματα. Για ακόμη μιά φορά ο ξεχωριστός Κορεάτης σκηνοθέτης καταφέρνει να επικοινωνήσει μαζί μας με τις δυνατές του ονειρικές εικόνες, τα μεγάλα του νοήματα και τις εύγλωττες σιωπές του. Και όπως μας γράφει στο φινάλε : "Είναι δύσκολο να καταλάβεις εάν ο κόσμος που ζούμε είναι πραγματικότητα ή όνειρο".
Η μουσική επένδυση  της ταινίας είναι το τραγούδι Gafsa της Νατάσα Άτλας.
Ο Κορεάτικος τίτλος σημαίνει "άδειο σπίτι" και ο Αγγλικός "νούμερο 3 μπαστούνι του γκολφ".

Η βαθμολογία μου: 9/10

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2015

I LIVE IN FEAR (Ζω στο φόβο)

1955  Ιαπωνία
Είδος  Δράμα
Πρωτότυπος τίτλος: IKIMONO NO KIROKU

Σκηνοθεσία                Ακίρα Κουροσάβα (1910-1998)
Σενάριο                      Ακίρα Κουροσάβα, Σινόμπου Χασιμότο, Φούμιο Χαγιασάκα, Χιντέο Ογκούνι

Παίζουν                     Τοσίρο Μιφούνε, Τακάσι Σιμούρα

Υπόθεση                     Ένας ηλικιωμένος εργοστασιάρχης αναπτύσσει τεράστια φοβία για την ατομική βόμβα και αναζητά ασφαλές μέρος για να εγκαταστήσει την πολυπληθή του οικογένεια.


Έχουν περάσει μόλις 10 χρόνια από την πρώτη ρίψη ατομικής βόμβας και την καταστροφή της Χιροσίμα. Η Ιαπωνία προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές του πολέμου και να σταθεί στα πόδια της. Σε αυτή τη χρονική περίοδο, ο κύριος Νακατζίμα, ένας εργατικός άνθρωπος που έχει αφιερώσει όλη του τη ζωή στη δουλειά και στην οικογένειά του (νόμιμη και παράνομη) και έχει υποφέρει τα δεινά του πολέμου, παρακολουθεί κατατρομοκρατημένος το ξέσπασμα του ψυχρού πολέμου και την πυρετώδη αύξηση των πυρηνικών όπλων. Νιώθει οτι ο αγώνας ολόκληρης της ζωής του, τα παιδιά του, τα εγγόνια του, η συνέχειά του πάνω στη γη, θα εξαφανιστούν από τον επερχόμενο πυρηνικό όλεθρο. Για να τους προστατέψει, σχεδιάζει να πουλήσει όλα του τα υπάρχοντα και να τους μετακινήσει στη Βραζιλία (χώρα που οι Ιάπωνες μετανάστευαν από τα τέλη του 19ου αιώνα). Η οικογένειά του όμως διαφωνεί και τον πηγαίνει στα δικαστήρια για να του αποτρέψει τα σχέδια.
Μετά την καταστροφή της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, όπως ήταν φυσικό, χιλιάδες άνθρωποι στην Ιαπωνία υπέφεραν από φοβία για τα πυρηνικά όπλα. Για το λόγο αυτό, ο Κουροσάβα στήνει την κάμερά του ψηλά παρακολουθώντας την καθημερινή κίνηση στους δρόμους του Τόκιο, για να την κατεβάσει  στη συνέχεια και μέσα από ένα παράθυρο που χάσκει ανοιχτό, να ξεδιπλώσει στον θεατή τη ζωή ενός (από τους πολλούς) φοβισμένου ανθρώπου, ο οποίος, σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, παλεύει με νύχια και με δόντια, πίνει το ένα πικρό ποτήρι μετά το άλλο, παρασύρεται σε ακραίες ενέργειες και καταλήγει να αποδράσει σε έναν δικό του κόσμο, ασφαλής αλλά μόνος.
Αυτή την θλιβερή ιστορία επέλεξε ο σπουδαίος Ιάπωνας σκηνοθέτης για να κλείσει τον κύκλο των εννέα ταινιών που έκανε για να περιγράψει την αφόρητη δυστυχία που άφησε ο Β' παγκόσμιος πόλεμος στην πατρίδα του.
Θαύμασα ιδιαίτερα την ερμηνεία του Τοσίρο Μιφούνε (μόνιμου συνεργάτη του Κουροσάβα) ο οποίος σε ηλικία μόλις 35 ετών, αποδίδει εξαιρετικά το άγχος, το θυμό, την επιμονή, την πικρία, αλλά και την προχωρημένη ηλικία του κυρίου Νακατζίμα.

Θα βρείτε τον Ελληνικό υπότιτλο σε δική μου μετάφραση ΕΔΩ

Η βαθμολογία μου: 8/10

Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2015

A STREETCAR NAMED DESIRE (Λεωφορείο ο πόθος)

1951  ΗΠΑ
Είδος  Δράμα

Σκηνοθεσία         Ηλίας Καζάν (1909-2003)
Σενάριο               Τένεσι Γουίλιαμς (Από το ομότιτλο θεατρικό του έργο του 1947)

Παίζουν               Βίβιαν Λι, Μάρλον Μπράντο, Κιμ Χάντερ, Καρλ Μάλντεν

Υπόθεση               Η φιλόλογος Μπλανς Ντιμπουά παθαίνει νευρικό κλονισμό, εγκαταλείπει τη δουλειά της και πηγαίνει να ζήσει με την αδελφή της και τον γαμπρό της στη Νέα Ορλεάνη.


Όταν η πρώην αριστοκράτισσα καλλονή του Μισσισσιππί φτάνει στο σπίτι της αδελφής της στη Νέα Ορλεάνη, τα μόνα υπάρχοντα που της έχουν απομείνει είναι ένα μπαούλο με παλιά φουστάνια και κάποια ψευτοκοσμήματα που μαρτυρούν τον πλούτο στον οποίο είχε ζήσει. Τώρα πιά, στο κατώφλι της τρίτης ηλικίας, φτωχή, μόνη, κοινωνικά απαξιωμένη και ψυχικά διαταραγμένη, αναζητά μιά στοργική γωνιά για να κουρνιάσει.
"Μου είπαν να πάρω ένα λεωφορείο που λέγεται Πόθος, μετά να πάρω ένα άλλο που λέγεται Νεκροταφεία και να κατέβω μετά από έξι τετράγωνα, στα Ηλύσια Πεδία". Αυτές οι πρώτες κουβέντες της Μπλανς, περιγράφουν τη διαδρομή μιάς γυναίκας που αφού ταξίδεψε στη ζωή της με όχημα το ερωτικό πάθος, οδηγείται πιά προς το θάνατο και μάλιστα στα Ηλύσια Πεδία το τμήμα εκείνο του Άδη που σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία ήταν ο παράδεισος σε αντίθεση με τα Τάρταρα που ήταν η κόλαση.
Τα πράγματα όμως δεν είναι όπως η Μπλανς ελπίζει. Η αδελφή της ζει σε δυό καμαρούλες με τον Πολωνικής καταγωγής άνδρα της Στάνλι Κοβάλσκι, ο οποίος δεν βλέπει με καθόλου καλό μάτι την άφιξη της επηρμένης, παρηκμασμένης και ημίτρελης κουνιάδας του. Σε όλη τη διάρκεια της διαμονής της η Μπλανς έχει να αντιμετωπίσει την επιθετικότητά του, την άξεστη συμπεριφορά του και τις διαρκείς του προσπάθειες να την διώξει. Την κατηγορεί ανοιχτά, την σαμποτάρει συστηματικά και της αποδομεί τα παραμύθια που εκείνη έχει κατασκευάσει για να κρατιέται σε μιά απόσταση από την τρέλα.
Πρόκειται για την επική διαμάχη δύο διαμετρικά αντίθετων κόσμων. Ο Στάνλι και η Μπλανς, είναι δύο άνθρωποι με αντικρουόμενες κουλτούρες, με απόλυτα αντίθετες ταξικές και κοινωνικές καταβολές. Είναι η εργατική τάξη εναντίον της αριστοκρατίας, είναι η πρώτη γενιά μεταναστών εναντίον των παλιών κατακτητών της Αμερικής, είναι ο ρεαλισμός εναντίον της φαντασίωσης, είναι η δύναμη των μπράτσων εναντίον της δύναμης του πνεύματος. Και κάθε μάχη έχει τις απώλειές της. Η Μπλανς, κουρασμένη και αθεράπευτα φαντασιόπληκτη, εκφέρει την εξόδιο ατάκα της και μπαίνει για πάντα στο χρονοντούλαπο της ιστορίας εφ' όσον "πάντα αφέθηκε να εξαρτάται από την καλωσύνη των άλλων".
Το βραβευμένο με Πούλιτζερ θεατρικό έργο του Τένεσι Γουίλιαμς ανέβηκε για πρώτη φορά στο Μπρόντγουέι το 1947 σε σκηνοθεσία του Ηλία Καζάν με τους ίδιους πρωταγωνιστές (εκτός από το ρόλο της Μπλανς που ερμήνευε η Τζέσικα Τάντι) και δύο χρόνια αργότερα στην Αγγλία σε σκηνοθεσία του Λόρενς Ολιβιέ με πρωταγωνίστρια την τότε γυναίκα του Βίβιαν Λι.
Όταν ο Καζάν το μετέφερε στη μεγάλη οθόνη, αναγκάστηκε να το πετσοκόψει για να περάσει από τη λογοκρισία αφαιρώντας πολύ σημαντικά στοιχεία, όπως η ομοφυλοφιλία του συζύγου της Μπλανς. ο βιασμός της και η τελική απόφαση της Στέλλας. Το 1993 όμως η παραγωγός εταιρεία ανακάλυψε στο αρχείο της τα κομμένα κομμάτια και επανέκδοσε την ταινία ως "original director's version".
Η ταινία έχει επιλεγεί ως πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά σημαντική προς διατήρηση, στην ταινιοθήκη του Αμερικανικού Κονγκρέσου. http://en.wikipedia.org/wiki/National_Film_Registry

Η βαθμολογία μου: 10/10

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

VARGTIMMEN (Η ώρα του λύκου)

1968  Σουηδία
Είδος  Ψυχολογικό τρόμου για σινεφίλ
Αγγλικός τίτλος "Hour of the wolf"

Σκηνοθεσία             Ίνγκμαρ Μπέργκμαν (1918-2007)
Σενάριο                   Ίνγκμαρ Μπέργκμαν

Παίζουν                   Μαξ Φον Σίντοφ, Λιβ Ούλμαν, Ίνγκριντ Τούλιν

Υπόθεση                   Ένας καλλιτέχνης που βρίσκεται διακοπές με τη γυναίκα του σε ένα απομονωμένο νησάκι, παθαίνει νευρικό κλονισμό και εξαφανίζεται.


Ο ζωγράφος Γιόχαν Μποργκ, άνθρωπος με κλονισμένη ψυχική υγεία, πηγαίνει με την έγκυο γυναίκα του Άλμα σε ένα μικρό, σχεδόν ακατοίκητο νησάκι, αναζητώντας ηρεμία και ξεκούραση. Η υγεία του όμως, αντί να βελτιώνεται, πάει από το κακό στο χειρότερο, έχει φοβίες που δεν του επιτρέπουν να κοιμηθεί το βράδυ και γύρω του μαζεύονται όλο και περισσότερες απειλητικές μορφές: οι προσωπικοί του δαίμονες. Την ώρα μετά τα μεσάνυχτα και πριν το ξημέρωμα (την ώρα του λύκου) ο βασανισμένος καλλιτέχνης, εξομολογείται στην γυναίκα του τη σκοτεινιά της ψυχής του και τα δαιμόνια του παρελθόντος του. Η Άλμα, καταφέρνει να "δει" κι αυτή τις εφιαλτικές παραισθήσεις που κατακρεουργούν τη ψυχή του αγαπημένου της και τα μάτια της ανοίγουν περισσότερο όταν διαβάζει το ημερολόγιό του, χωρίς όμως, όπως φαίνεται να καταφέρνει να τον βοηθήσει όσο χρειάζεται.
Η "ώρα του λύκου", είναι μιά δύσκολη ταινία γεμάτη εφιαλτικές, σουρεαλιστικές και απειλητικές σκηνές. Πρόκειται για την μοναδική ταινία τρόμου που έχει γυρίσει ο σπουδαίος Σουηδός σκηνοθέτης, ο οποίος μάλιστα την περιγράφει σαν "πολύ προσωπική". Ένα λυρικό έργο gothic horror με εντυπωσιακή σκηνοθεσία και φωτογραφία που σου μαυρίζει με μεγάλη επιτυχία την καρδιά ιδίως όταν περάσει από το μυαλό σου οτι ο ίδιος ο δημιουργός ουσιαστικά ξετυλίγει το εσώψυχό του αναζητώντας κι αυτός, σαν τον ήρωά του, λίγη ηρεμία. Στην ουσία το σενάριο αναφέρεται σε μιά σπάνια ψυχική πάθηση (επιστημονικά ονομάζεται "επινεμόμενη ψυχωσική διαταραχή" ή "συμβιωτική ψύχωση") κατά την οποία δύο άτομα παρουσιάζουν ομοειδή ψυχωσικά συμπτώματα. Γι' αυτό η Άλμα αναφέρεται διαρκώς στο πόσο μοιάζουν τα ζευγάρια που ζουν μαζί για πολλά χρόνια.
Παρ' όλο που η ταινία δεν είναι από τις σπουδαιότερες του Μπέργκμαν, αξίζει σίγουρα να την δει κανείς και ιδιαίτερα εάν είναι λάτρης του Σουηδού σκηνοθέτη. Κάποιες δε σκηνές, όπως αυτή του "λεπτού που δεν περνά" ή της παράστασης στο κάστρο όπου ακούγεται το απόσπασμα από την όπερα του Μότσαρντ "Μαγεμένος αυλός", είναι από εκείνες που έχουν την ικανότητα να στοιχειώσουν τον ευαίσθητο θεατή.

Η βαθμολογία μου: 9/10

ABIGAIL'S PARTY (Το πάρτυ της Άμπιγκέιλ)

1977  Αγγλία
Είδος  Τηλεοπτική θεατρική κωμωδία χαρακτήρων

Σκηνοθεσία             Μάικ Λι
Σενάριο                   Μάικ Λι (Μεταφορά στην τηλεόραση του ομότιτλου θεατρικού του έργου)

Παίζουν                   Άλισον Στέντμαν, Τιμ Στερν, Τζανίν Ντουβίτσκι, Τζον Σόλτχάουζ, Χάριετ Ρέϊνολντς

Υπόθεση                  Σε ένα μεσοαστικό προάστιο του Λονδίνου, η Μπέβερλι έχει καλέσει στο σπίτι της για ποτά τους νέους της γείτονες Άντζελα και Τόνι, καθώς και την διπλανή γειτόνισσα για να γνωριστούνε όλοι καλύτερα.

Είμαστε μιά ωραία ατμόσφαιρα
Η Μπέβερλι είναι παντρεμένη με τον μεσίτη Λόρενς, η Άντζελα είναι παντρεμένη με τον κομπιουτερά Τόνι και η άλλη γειτόνισσα Σου είναι διαζευγμένη με δύο παιδιά στην εφηβεία. Όλοι ζουν στον ίδιο δρόμο ενός προαστίου στο οποίο έχει μαζευτεί η ανερχόμενη μεσοαστική τάξη της δεκαετίας του 1970. Στο διπλανό σπίτι η κόρη της Σου, Άμπιγκέιλ, κάνει ένα μεγάλο θορυβώδες πάρτυ.
Η βραδιά κυλάει ήρεμα με μπανάλ ψιλοκουβεντούλα και ψεύτικες φιλοφρονήσεις και η παρέα πίνει το ένα ποτάκι μετά το άλλο μπας και καταφέρουν να σπάσουν την αμηχανία που έχει εγκατασταθεί στο κίτρινο σαλονάκι της Μπέβερλι και κάνει την ατμόσφαιρα κάπως βαρειά. Όσο όμως περνά η ώρα, το αλκοόλ λύνει τις γλώσσες, τα άπλυτα βγαίνουν στη φόρα, η ένδεια των σχέσεων αποκαλύπτεται και το παρτάκι οδηγείται προς την παρεκτροπή.
Το Πάρτυ της Άμπιγκέιλ, είναι ένα από τα εννέα τηλεοπτικά θεατρικά έργα του Μάικ Λι (ένα είδος πολύ διαδεδομένο στην Αγγλική τηλεόραση των δεκαετιών 1950-1970), μέσω του οποίου ο, νέος τότε, σκηνοθέτης, με εργαλεία την κωμωδία και τη σάτιρα, καταγγέλει ανηλεώς τον Βρετανικό μικροαστισμό. Είναι τέτοια η σκληρότητα με την οποία παρουσιάζεται η ιστορία, που όσο η υπόθεση εξελίσσεται εν μέσω κωμικών διαλόγων, το γέλιο του θεατή σιγά-σιγά παγώνει και διατηρείται παγωμένο μέχρι το πικρό φινάλε.
Το έργο έκανε θραύση στην εποχή του και συνεχίζει να ανεβαίνει στα Βρετανικά θέατρα ακόμη και στις μέρες μας.

Ο πίνακας "Τα φτερά του έρωτα" που αναφέρεται προς το τέλος, έχει φιλοτεχνηθεί από τον Στίβεν Πίρσον και υπήρξε ένας από τους πλέον αμφιλεγόμενους της εποχής του. Είναι ένα σπουδαίο έργο τέχνης ή το απόλυτο κιτς; Ποιός έχει δίκιο; Η Μπέβερλι ή ο Λόρενς; Και πόσα ζευγάρια να έχουν άραγε τσακωθεί γι' αυτόν;

Θα βρείτε τον Ελληνικό υπότιτλο σε δική μου μετάφραση ΕΔΩ

Η βαθμολογία μου: 10/10